ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Το τάμα της μάνας στη Κυρά Φανερωμένη!

VONITSA PRESS | Ιουνίου 04, 2023 |

 


Γράφει ο Κώστας Σκλαβενίτης

Ήταν ανήμερα του Αγίου Πνεύματος του 1965 όπου εγώ πεντάχρονος κι άλλα παιδιά κυρίως μεγαλύτερα, ψαρεύαμε στο λιμάνι της Λυγιάς στη Λευκάδα.

Ως μικρότερος της οικογένειας ήμουν υπό τη “προστασία” των δύο μεγαλύτερων αδερφών μου ηλικίας επτά περίπου ο μεσαίος και έντεκα ο μεγαλύτερος.

Τότε υπήρχε ένα κομμάτι του μώλου φτιαγμένο και τα καΐκια, κυρίως τα γρι γρι, άραζαν και στις δύο πλευρές του.

Άραζαν στην δυτική κυρίως πλευρά που είναι το λιμάνι αλλά και την ανατολική διότι ήτανε πολλά εφ όσον η κύρια απασχόληση των κατοίκων της Λυγιάς και της Κατούνας ήτανε το ψάρεμα με γρι γρι τράτες και ψαρόβαρκες.

Ο πατέρας μου επαγγελματίας ψαράς την περίοδο  εκείνη βρισκόταν σε γρι γρι της Πάτρας.

Από νωρίς το πρωί αρκετά παιδιά πήγαμε στο μώλο για ψάρεμα. Μικρότερα και λίγο μεγαλύτερα, είχαν όλοι τα σύνεργα τους, όπως μια απλή πετονιά ή ένα καλάμι.

Για δολώματα ψάχνανε από τα καΐκια κυρίως σαρδέλες ή γαύρους που πετούσαν οι ψαράδες πλένοντας τα βαμβακερά δίχτυα που υπήρχαν τότε.

Εάν τα καΐκια ήτανε όλα φευγάτα για δόλωμα παίρνανε παστές σαρδέλες, γαρίδες που βγάζαμε στα ρηχά που είχε φύκια με απόχη, κατσιμάρια και κοχύλια.

Όλοι στο μώλο έπιασαν τη θέση τους και έριξαν τις πετονιές στη θάλασσα. Ψαρεύαμε για μπαλάδες που ήτανε σε αφθονία, κέφαλους, γόπες, κ.ά.

Εγώ εκείνη την ημέρα  έριχνα τη πετονιά να πιάσω ένα γοβιό που είχα εντοπίσει στην ανατολική πλευρά του μώλου(εκεί που βρίσκεται σήμερα ο κυματοθραύστης).

Τότε αράζανε εκεί καΐκια διότι τα νερά είχαν βάθος τρία έως τέσσερα μέτρα. Τις περισσότερες φορές απ ότι θυμάμαι έπλεναν τα δίχτυα και τα άφηναν πάνω στο μώλο για να στεγνώσουν ακόμη και να τα μπαλώσουν(ράψουν). Πάνω σ αυτά  ξάπλωσα και ψάρευα με το σώμα μου να γέρνει προς τη θάλασσα. Κάποια στιγμή έσκυψα πολύ κύλησαν κάποια στρογγυλά φελά από τα δίχτυα και χωρίς να το καταλάβω βρέθηκα στο νερό.

Πήγα μία κάτω, ξαναπήγα δεύτερη και βρισκόμουν στα όρια του πνιγμού. Όταν με αντιλήφθηκαν τα άλλα παιδιά έτρεξαν από πάνω με κοίταζαν αλλά φοβόντουσαν να πέσουν να με βγάλουν.

Τότε “ως από μηχανής Θεός” ένα παιδί δωδεκάχρονο του χωριού ο Θεοδόσης Κοντοπρίας(ο σωτήρας όπως τον αποκαλώ και σήμερα) που ψάρευε κι αυτός όταν με αντιλήφθηκε χωρίς δεύτερη σκέψη βούτηξε με τα ρούχα στα βαθιά νερά και πηγαίνοντας στο βυθό για τρίτη φορά με αρπάζει με ένα “μακροβούτι” και με βγάζει έξω σχεδόν πνιγμένο.

Αμέσως με πήγαν σε ένα από τα καφενεία του λιμανιού και προσπαθούσαν να με συνεφέρουν.

Μέσα σ αυτή την «αναμπουμπούλα» τον πανικό δηλαδή, κάποιος πήγε και φώναξε τη μάνα μου. Ήρθε τρέχοντας και κλαίγοντας νομίζοντας πως έχω πνιγεί. Με πήρε στα χέρια της και δεν γνώριζε εάν είμαι ζωντανός.

Ημέρα της Φανερωμένης ήτανε κι αμέσως έστρεψε το βλέμμα της προς το μοναστήρι και τάχτηκε στη προστάτιδα Κυρά του νησιού μας εκλιπαρώντας την  να με κρατήσει στη ζωή  και σ όλη της τη ζωή να πηγαίνει μια λαμπάδα…ίσα με το μπόι μου!

Άρχισα να συνέρχονται σιγά σιγά εφ όσον έβγαλα αρκετό νερό από το στόμα και μετά από κάμποση ώρα χωρίς να με δει γιατρός με πήγανε στο σπίτι μας.

Από εκείνη τη χρονιά που η μάνα μου έκανε το τάμα πέρασαν σαράντα χρόνια μέχρι να φύγει από τη ζωή. Κάθε χρόνο πήγαινε στη Κυρά Φανερωμένη το τάμα της και στεκόταν στη σειρά με μια λαμπάδα μεγάλη στα χέρια της. Ποτέ δεν ήθελε να βάλει κάποιος άλλος χρήματα για το δικό της τάμα 

Το τάμα ήταν δικό της κι έπρεπε αυτή να το πληρώνει ακόμη κι όταν έπαιρνε την πενιχρή σύνταξη του ΟΓΑ.

Την τελευταία χρονιά του 2005 ήταν ανήμπορη σε ηλικία ογδόντα ενός ετών και δεν πήγαμε μαζί στο μοναστήρι της Φανερωμένης όπως κάναμε όλα τα προηγούμενα χρόνια… ωστόσο δεν παρέλειψε να μου θυμίσει…”να αγοράσεις τη λαμπάδα με χρήματα της σύνταξης μου και να την πας στη Κυρά Φανερωμένη που σε κράτησε στη ζωή”!

Το λιμάνι της Λυγιάς καλοκαίρι της δεκαετίας του 60. Τα περισσότερα μικρά παιδιά την εποχή εκείνη περνούσαμε τη μέρα μας στη θάλασσα ψαρεύοντας μέσα από βάρκες, καΐκια ή τη στεριά.
Η εικόνα της Φανερωμένης στο Μοναστήρι της Λευκάδας
Το μοναστήρι της Φανερωμένης σε πανοραμική θέση στα βόρεια του νησιού της Λευκάδας με θέα το Ιόνιο πέλαγος, την Ήπειρο και την Ακαρνανία.
Η μάνα μου Κατερίνα λίγο διάστημα πριν φύγει από τη ζωή το 2005.

Πηγή “ΤΑ ΝΕΑ ΤΗΣ ΛΕΥΚΑΔΑΣ”

Κατηγορία Άρθρου: , ,

Κοινοποιήση Άρθρου: