Ελαιόλαδο: Αντιμέτωποι με εξωπραγματικές τιμές οι καταναλωτές – Φόβοι ακόμη και για ελλείψεις
Τεράστια αύξηση έχει σημειώσει το τελευταίο 6μηνο η τιμή του ελαιόλαδου, τόσο στα ράφια των σούπερ μάρκετ, όσο και στο επονομαζόμενο χύμα, δηλαδή αυτό που πωλείται στον τενεκέ από τους παραγωγούς.
Και τα χειρότερα δεν τα έχουμε δει, όπως αναφέρουν όσοι είναι σε θέση να έχουν γνώση της αγοράς ελαιόλαδου, αφού στο επόμενο στάδιο, από τα τέλη του έτους και μετά, εκτός από υψηλές τιμές δεν αποκλείεται να υπάρξουν και σημαντικές ελλείψεις.
Σε λίγες εβδομάδες αναμένεται να ξεκινήσει η συγκομιδή της ελιάς και σύμφωνα με τις πλέον αισιόδοξες εκτιμήσεις, η παραγωγή ελαιόλαδου θα είναι μειωμένη κατά 50% έως και 60% σε σχέση με πέρυσι. Και αυτό είναι το καλό σενάριο, αφού σε κάποιες περιοχές η μείωση εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει ακόμη και το 90% σε σχέση με πέρυσι.
Το πρόβλημα γίνεται οξύτερο από το γεγονός ότι η Ισπανία, που παράγει περίπου το 45% της παγκόσμιας παραγωγής, αναμένεται να έχει για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά μειωμένη παραγωγή λόγω της ξηρασίας.
Να σημειωθεί ότι την περίοδο 2022 – 2023, η Ισπανία παρήγαγε περίπου 662.000 τόνους ελαιόλαδου, σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας της Ισπανίας. Πρόκειται για μείωση 54% σε σχέση τον μέσο όρο παραγωγής της τελευταίας τετραετίας. Αντίστοιχη μείωση αναμένουν οι ελαιοπαραγωγοί της χώρας και για το 2023/2024.
Με βάση τα παραπάνω, οι καταναλωτές θα βρεθούν αντιμέτωποι με μία πρωτόγνωρη πραγματικότητα, αφού η τιμή του ελαιολάδου αυξάνεται με τρομακτικούς ρυθμούς (ήδη η αύξηση έχει ξεπεράσει το 100%) και οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες. Κατά συνέπεια η μείωσης της κατανάλωσης είναι μονόδρομος.
Όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς στην καλύτερη των περιπτώσεων, η αποκατάσταση της ισορροπίας στην αγορά θα αποκατασταθεί τον χειμώνα του 2024 – 2025, δηλαδή σε 15 μήνες από τώρα. Και όλα αυτά υπό τον προϋπόθεση ότι θα υπάρξει μεγάλη παραγωγή τόσο στην Ελλάδα, όσο κυρίως στην Ισπανία που είναι η ηγέτιδα χώρα στην παραγωγή ελαιόλαδου.
Πόσο κοστίζει τελικά το ελαιόλαδο
Ας πάρουμε λίγο τα πράγματα με την σειρά. Δύο είναι οι βασικές αιτίες της μεγάλης ανόδου της τιμής. Ο πρώτος έχει να κάνει με την σημαντική πτώση της παραγωγής τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ισπανία. Αυτό σημαίνει ότι η μεγάλη ζήτηση, η οποία έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, δεν μπορεί να καλυφθεί από την προσφορά.
Η τιμή αυτή την στιγμή στην αγορά είναι σχεδόν 100% υψηλότερη σε σχέση με πέρυσι τέτοια εποχή. Έτσι ένα 5λιτρο (τενεκές) από 20 ευρώ έχει εκτοξευθεί στα 50 ευρώ, ενώ το 16λιτρο έχει φτάσει τα 130 ευρώ από 70 έως 80 ευρώ που ήταν πέρυσι. Μάλιστα οι εκτιμήσεις είναι δυσοίωνες και κάνουν λόγο για τιμές που θα υπερβούν τα 150 ευρώ το τενεκές.
Στο σούπερ μάρκετ τα πράγματα είναι χειρότερα, αφού η τιμή ανά λίτρο κυμαίνεται από 9 έως και 12 ευρώ το λίτρο και οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι ίσως να φτάσει ακόμη και τα 15 ευρώ το λίτρο.
Η ελαιοκομική περίοδος 2022 – 2023 ήταν εξαιρετική για την Ελλάδα με υψηλή παραγωγή. Όμως η μεγάλη αύξηση της τιμής, που ξεκίνησε από 3,5 έως 4 ευρώ και έφτασε τον περασμένο Μάρτιο τα 6,5 ευρώ το λίτρο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να φύγουν μεγάλες ποσότητες, κυρίως χύμα προς την Ιταλία. Έτσι λοιπόν σήμερα που οι τιμές στην χονδρική φτάνουν ακόμη και τα και τα 9 ευρώ το λίτρο, δεν υπάρχουν επαρκείς ποσότητες.
Ένας παράγοντας που ναι μεν δεν διαμόρφωσε, αλλά επιδείνωσε την κατάσταση, ήταν οι πυρκαγιές του φετινού καλοκαιριού, που ήταν μεγάλης διάρκεια και διάσπαρτες σε ολόκληρη τη χώρα, κατέστρεψαν, εκτός των άλλων, ένα σημαντικό μέρος του ελληνικού ελαιώνα.
Η Ελλάδα είναι η τρίτη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσμο, μετά την Ιταλία και την Ισπανία. Στο έδαφός της καλλιεργούνται περισσότερα από 132 εκατομμύρια ελαιόδεντρα, από τα οποία παράγονται σε χρονιές κανονικές, περίπου 300.000 τόνοι ελαιόλαδου ετησίως, εκ των οποίων το 82% ανήκει στην κατηγορία «εξαιρετικά παρθένο», ενώ της Ισπανίας μόνο το 25%-30% και της Ιταλίας το 40%-45% χαρακτηρίζονται έτσι.
Περίπου η μισή από την ετήσια ελληνική παραγωγή ελαιόλαδου εξάγεται προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι πιο σημαντικές ελαιοπαραγωγικές περιοχές στην Ελλάδα είναι η Πελοπόννησος, η οποία παράγει το 65% της συνολικής παραγωγής, η Κρήτη, η Ανατολική Φθιώτιδα, η περιοχή του Αγρινίου και η Χαλκιδική.
Κατηγορία Άρθρου: ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Κοινοποιήση Άρθρου: